Καλύτερη ποιότητα καρπών και αερισμός

Kλαδεύουμε για να πάρουμε νωρίτερα ντομάτες (πρώιμες), μεγαλύτερες ντομάτες, για να περνάει ο ήλιος κι ο αέρας, για να έχουμε οπτική επαφή με όλα τα μέρη τους και να προλάβουμε να επέμβουμε έγκαιρα σε κάθε πρόβλημα που θα προκύψει. Αν τις αφήσουμε ακλάδευτες το φυτό θα ξοδεύει σημαντικό μέρος της ενέργειας του στην παραγωγή φυλλώματος και θα χάσουμε εντελώς το έλεγχο σε ότι έχει να κάνει με την πρόληψη των ασθενειών και την προσβολή τους από έντομα.

Αυτοκλαδευόμενες

Σε όλες τις ντοματιές, αυτοκλαδευόμενες και αναρριχώμενες, αφαιρούμε τα πάντα κάτω από το πρώτο άνθος (λαίμαργα και φύλλα), για να προστατέψουμε τα φυτά μας από τους μύκητες που όσο πιο χαμηλά -και κοντά στην υγρασία- τόσο μεγαλύτερη είναι η δραστηριότητα τους. Δεν κόβουμε τίποτε άλλο, γιατί αν κόψουμε καρποφόρο βλαστό, δεν θα τον αντικαταστήσει.

Αναρριχώμενες

Τις αναρριχώμενες μπορούμε να τις κλαδεύουμε αφήνοντας 1 βασικό ή 2 βλαστούς μέχρι το 1 μέτρο και μετά μπορούμε να αφήσουμε από έναν ακόμη σε κάθε βλαστό. Αν δεν το κάνουμε θα έχουμε μικρότερες ντομάτες και από ένα σημείο και μετά, πολύ μικρότερες, ενώ όταν μεγαλώσει πολύ το φυτό και έχει δημιουργήσει πολλούς βλαστούς, τα σάκχαρα θα δυσκολεύονται να φτάσουν παντού.

Eγκαύματα

Το κλάδεμα βοηθάει στην πρωιμότητα και στην παραγωγικότητα της ντοματιάς, αφού περισσότερη ενέργεια είναι διαθέσιμη για τους καρπούς της, όμως δημιουργεί ένα σημαντικό πρόβλημα. Με λιγότερα φύλλα, έχουμε λιγότερη προστασία από τον ήλιο κι έτσι περισσότερα ηλιακά εγκαύματα. Για να βοηθήσουμε, κλαδεύουμε τα λαίμαργα, όχι στην βάση, αλλά στο σημείο που είναι η γραμμή στην φωτογραφία κι έτσι έχουμε 2-3 επί πλέον φύλλα για κάθε περίπτωση και στο σύνολο περισσότερη προστασία. Δηλαδή “τσιμπάμε” την κορυφή τους. Αυτό το κλάδεμα ονομάζεται “Μιζούρι”…

Όπως έχω αναφέρει, δεν είναι όλες οι αναρριχώμενες ντοματιές ίδιες. Άλλες έχουν πολύ μεγάλη ανάπτυξη και άλλες μικρότερη. Oπότε ανάλογα πρέπει να συμπεριφερόμαστε. Επι παραδείγματι, δεν κλαδεύω με τον ίδιο τρόπο τις Cherokee και τις Brandywine. Οι πρώτες παράγουν πολλά περισσότερα λαίμαργα, οπότε τις κλαδεύω περισσότερο. Aν δεν το κάνω, πέρα από τα προβλήματα που προανέφερα, θα έχω σοβαρό πρόβλημα με το βάρος και με την στήριξη του φυτού.

Αν δεν γνωρίζουμε μια ποικιλία*, είναι καλύτερο να κλαδέψουμε λιγότερο παρά περισσότερο. Μέχρι να γνωρίσουμε το φυτό, καλό είναι να είμαστε επιφυλακτικοί. Εάν καλλιεργούμε τις ίδιες ποικιλίες κάθε χρόνο, αποκτούμε μια αίσθηση για το πώς ανταποκρίνονται καλύτερα στο κλάδεμα.

Οφείλουμε να προσέχουμε όταν κόβουμε τα λαίμαργα. Μέχρι να φτάσουν στο πάχος του μολυβιού, αποκόπτονται σχετικά εύκολα και με το χέρι. Αν μεγαλώσουν περισσότερο, υπάρχει κίνδυνος να απογυμνώσουμε μέρος του βλαστού, που θα γίνει πύλη εισόδου για τους μύκητες, οπότε αν δεν είμαστε έμπειροι, είναι καλύτερα να χρησιμοποιούμε κλαδευτήρι ή ένα κοφτερό μαχαίρι τα οποία σωστό είναι να αποστειρώνουμε από φυτό σε φυτό, για να μην μεταφέρουμε ασθένειες.

*Είναι και αυτός ένας σοβαρός λόγος που κάποιοι επιμένουμε ότι την τοπική ονομασία της ποικιλίας πρέπει να την συνοδεύει και η επιστημονική. Όταν διαθέτουμε αυτήν, μπορούμε να βρούμε πλήθος σημαντικών πληροφοριών για την ποικιλία που θα καλλιεργήσουμε και θα μπορέσουμε να συμπεριφερθούμε καλύτερα.