Οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες που καλλιεργούνται περιλαμβάνουν κυρίως: πατάτες (ΗΠΑ), κολοκύθες (ΗΠΑ) μηδική (ΗΠΑ), μελιτζάνες (Μπαγκλαντές), ζαχαρότευτλα (ΗΠΑ, Καναδά), παπάγια (κυρίως στην Χαβάη), ελαιοκράμβη (σε 4 χώρες), καλαμπόκι (σε 17 χώρες), σόγια (σε 11 χώρες) και βαμβάκι (σε 15 χώρες).
Οι γενετικώς τροποποιημένες καλλιέργειες εισήχθησαν για πρώτη φορά στις ΗΠΑ το 1994 με την ντομάτα Flavr Savr, η οποία είχε τροποποιηθεί γενετικά για να επιβραδύνει τη διαδικασία ωρίμανσής της.
Η καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών αυξήθηκε μαζικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Το 1996, 10,7 εκατομμύρια στρέμματα φυτεύτηκαν με γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες παγκοσμίως και μέχρι το 2015, είχαν ξεπεράσει τα 179,7 δισεκατομμύρια στρέμματα, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 10% της καλλιεργήσιμης γης στον κόσμο.
Η κορυφαία καλλιέργεια είναι η σόγια, ακολουθούμενη από το καλαμπόκι, το βαμβάκι και την ελαιοκράμβη. Οι έκταση αυτών των καλλιεργειών αντιπροσωπεύει το 83% της παγκόσμιας παραγωγής σόγιας και το 75% της παραγωγής βαμβακιού. Οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες αποτελούσαν το 29% των παγκόσμιων προϊόντων καλαμποκιού και σχεδόν το ένα τέταρτο της ελαιοκράμβης παγκοσμίως.
Μεταξύ των χωρών που καλλιεργούν γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, είναι οι ΗΠΑ, η Βραζιλία, η Αργεντινή η Ινδία και ο Καναδάς να είναι οι μεγαλύτεροι παραγωγοί. Εντός της Ευρώπης, πέντε χώρες της ΕΕ καλλιεργούν γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι – Ισπανία, Πορτογαλία, Τσεχία, Ρουμανία και Σλοβακία. Στην Αφρική, οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες καλλιεργούνται στη Νότια Αφρική, στη Μπουρκίνα Φάσο και στο Σουδάν, με κύρια καλλιέργεια το βαμβάκι.

Τα γενετικά τροποποιημένα είδη που καλλιεργούνται είναι:


Βαμβάκι, Αραβόσιτος, Σόγια, Ελαιοκράμβη, Ζαχαρότευτλα, Παπάγια, Λεύκες, Αλφα άλφα (τριφύλλι), Μελιτζάνα, Πιπεριές, Ντομάτες, Πατάτες, Κολοκύθες, Καπνός, Τριαντάφυλλα και Γαρύφαλλα. Έχει εγκριθεί και η καλλιέργεια μήλων που δεν θα αλλάζει το χρώμα τους όταν αφαιρεθεί η φλούδα τους, όμως δεν έχουν καλλιεργηθεί ακόμη.

Τι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση


Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες καλλιεργούνται σε πέντε από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ – Ισπανία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία και Τσεχία, με την Ισπανία να είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός. Μόνο δύο γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες έχουν εγκριθεί για καλλιέργεια στην ΕΕ – το καλαμπόκι και η Amflora πατάτα. Ωστόσο, η έγκριση για τις πατάτες Amflora αφαιρέθηκε όταν διαπιστώθηκε παρατυπία. Ως εκ τούτου, επί του παρόντος, ο αραβόσιτος είναι η μόνη ΓΤ καλλιέργεια στην Ευρώπη και το 2013 καλλιεργήθηκαν 1.500.000 στρέμματα αραβόσιτου MON 810 που αντιπροσώπευαν το 1,56% που καλλιεργήθηκαν στην ΕΕ.

Γιατί καλλιεργούνται τόσο λίγες γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες στην ΕΕ;

Οι χώρες της ΕΕ, είναι ελέυθερες να επιλέξουν τι θα κάνουν, αρκεί η απόφαση τους να εμπίπτει στους κανόνες που έχουν τεθεί. Για παράδειγμα, το 2005 ένα σημαντικό ποσοστό των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών στη Ρουμανία ήταν σόγια Roundup Ready και τον Ιανουάριο του 2007, όταν αυτή προσχώρησε στην ΕΕ, η καλλιέργεια έπρεπε να σταματήσει καθώς η συγκεκριμένη σόγια δεν είχε έγκριση για καλλιέργεια σε κράτη μέλη της ΕΕ.

Άλλα προβλήματα που υπήρχαν και υπάρχουν και λειτουργούν αποθαρρυντικά είναι ότι η διαδικασία έγκρισης αργεί και ισχύει το ανώτερο για 10 χρόνια και το ότι η ΕΕ θεωρήθηκε εχθρική από την Monsanto απέναντι στις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες και έτσι η εταιρία ανακοίνωσε το 2013 ότι δεν θα ζητούσε ξανά εγκρίσεις για γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες και στο εξής θα συνεργαστεί μόνο με δύο χώρες, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Όλα αυτά, συν το ότι η Γερμανία που αρχικά ήταν θετική, απαγόρευσε κάθε σχέση με τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, επέφεραν την σημαντική μείωση των στρεμμάτων που καλλιεργούνται στην ΕΕ.

Τι μπορεί να συμβεί στην Ελλάδα


Η κατακερματισμένη σε μικροτεμάχια αγροτική γη μας, ουσιαστικά απαγορεύει κάθε τέτοια σκέψη. Μόνο συνεταιρισμοί αγροτών σε κάμπους όπως της Λάρισας ή των Σερρών, θα μπορούσαν να τις εφαρμόσουν, πράγμα όμως πάρα πολύ δύσκολο.

Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν: Reading University και RoyalSociety